The Sixth Sense (1999)


Ελληνικός Τίτλος: Η Έκτη Αίσθηση
Κατηγορία: Δράμα, Μυστηρίου, Θρίλερ
Σκηνοθεσία: M. Night Shyamalan
Σενάριο: M. Night Shyamalan
Πρωταγωνιστούν: Bruce Willis, Haley Joel Osment, Toni Collete, Olivia Williams
Μουσική: James Newton Howard
Φωτογραφία: Tak Fujimoto
Μοντάζ: Andrew Mondshein
Χώρα Παραγωγής: ΗΠΑ
Χρώμα: Έγχρωμη
Διάρκεια: 107min


Ο Malcolm Crowe, είναι ένας διάσημος παιδοψυχίατρος, που ζει στη Φιλαδέλφεια.
Ένα βράδυ, καθώς βρίσκεται στο σπίτι με σύζυγό του, δέχεται επίθεση από κάποιον παλιό του ασθενή, τον νεαρό Vincent, ο οποίος κατηγορώντας τον ότι τον απογοήτευσε, τον πυροβολεί στην κοιλιά και στην συνέχεια αυτοκτονεί.
Το επόμενο φθινόπωρο, ο Crowe αναλαμβάνει μια ιδιαίτερη περίπτωση ενός 9χρονου αγοριού, του Cole, το οποίο ισχυρίζεται ότι βλέπει νεκρούς ανθρώπους.
Ο Crowe αφοσιώνεται στο αγόρι, αν και είναι στοιχειωμένος από αμφιβολίες για το αν θα μπορέσει να το θεραπεύσει μετά την αποτυχία του με τον Vincent. Η ιδιαίτερη προσοχή που δίνει σε αυτήν την υπόθεση που γι’ αυτόν λειτουργεί σαν ένα είδος εξιλέωσης, τον κάνει να αποξενωθεί από την γυναίκα του και η σχέση τους φαίνεται να φτάνει στο τέλος της...


«Η Έκτη Αίσθηση» είναι μια ταινία που οφείλει την μεγάλη της επιτυχία και την διαχρονικότητά της κατά κύριο λόγο στο εξαιρετικό της σενάριο, στην πολύ αξιόλογη σκηνοθεσία της, αλλά και στις σπουδαίες ερμηνείες των πρωταγωνιστών της.
Ήταν η αφορμή για να γίνει παγκοσμίως γνωστός ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος της, ο M. Night Shyamalan, και να καταξιωθεί σαν ένας από τους πιο ταλαντούχους νέους δημιουργούς του Χόλυγουντ.
Ο πιο εύστοχος χαρακτηρισμός της ταινίας είναι “ψυχολογικό θρίλερ” κι όχι ταινία τρόμου όπως αρχικά την είχαν χαρακτηρίσει μερικοί καθώς, οι τρομακτικές σκηνές είναι ελάχιστες και σκοπός τους μάλλον είναι να παραπλανήσουν τον θεατή κι όχι να τον τρομοκρατήσουν.
Βέβαια η ταινία σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως αριστούργημα, είναι όμως πολύ ασυνήθιστη, με μυστηριακή ατμόσφαιρα που καθηλώνει και με ένα φινάλε απόλυτα ανατρεπτικό και απρόβλεπτο.


Ο M. Night Shyamalan, με το πανέξυπνο σενάριό του και την εκπληκτική σκηνοθεσία του, “παίζει” με τον θεατή και τον καθοδηγεί χρησιμοποιώντας μια αριστοτεχνική στρατηγική παραπλάνησης εκεί που θέλει αυτός, κάνοντάς τον να επικεντρώσει σχεδόν αποκλειστικά το ενδιαφέρον του στην σχέση μεταξύ του μικρού Cole και του γιατρού Malcolm Crowe, και δεν του επιτρέπει έτσι, να δει αυτό που πραγματικά συμβαίνει. Παρ’ όλα αυτά βέβαια, σε κανένα σημείο της ταινίας ο Shyamalan δεν προσπαθεί να εξαπατήσει αλλά αντιθέτως, στέκεται πολύ ειλικρινής. Όλες οι απαντήσεις του υπάρχουν σε κάθε σκηνή και πιθανόν ένας υποψιασμένος θεατής, να καταφέρει στην πορεία της ταινίας, να συλλέξει αρκετά στοιχεία ώστε να μαντέψει το φινάλε αρκετά πιο πριν -κάτι που είναι πραγματικά πολύ δύσκολο καθώς, μόνο μια δεύτερη παρακολούθηση της ταινίας μπορεί να αποκαλύψει το βάθος του ευφυέστατου σεναρίου της, όσο και την εφευρετικότητα του σκηνοθετικού της στησίματος.
Η μουντή φωτογραφία του Tak Fujimoto, η μουσική του James Newton Howard και το δυναμικό μοντάζ του Andrew Mondshein, συμβάλλουν στο έπακρο στην δημιουργία μιας απόκρυφης ατμόσφαιρας και βοηθούν τον σκηνοθέτη να στήσει μικρές σκηνές τρόμου οι οποίες, λειτουργούν με την τεχνική της έκπληξης και του ξαφνιάσματος.


Ο Bruce Willis, ίσως στον πιο σοβαρό ρόλο της μεγάλης καριέρας του, δίνει μια από τις καλύτερες ερμηνείες του, πετώντας από πάνω του την ταμπέλα του "ηθοποιού δράσης" και υποδύεται με πολύ πειστικό τρόπο τον παιδοψυχολόγο που προσπαθεί να βοηθήσει τον μικρό Cole, αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό.
Αυτός όμως που πραγματικά κλέβει την παράσταση και μένει για καιρό στην μνήμη του θεατή, είναι ο 11χρονος τότε Haley Joel Osment, που είναι καταπληκτικός στο ρόλο του φοβισμένου παιδιού που βλέπει οράματα. Η ωριμότητα που δείχνει είναι μοναδική και το αθώο παιδικό του πρόσωπο βγάζει τόση εκφραστικότητα που πραγματικά δημιουργεί έκπληξη. Παρ’ όλα αυτά όμως, ο νεαρός Haley Joel Osment, που τότε θεωρήθηκε ως παιδί θαύμα, δεν κατάφερε να ακολουθήσει μεγάλη καριέρα στο Χόλυγουντ, παρά το γεγονός ότι μέχρι τα εφηβικά του πρωταγωνίστησε σε ταινίες που γνώρισαν επιτυχία, δίπλα σε μεγάλους σκηνοθέτες και ηθοποιούς του χώρου: «Pay It Forward» 2000, «I'll Remember April» 2000, «Artificial Intelligence: AI» 2001, «Edges of the Lord» 2001, «Secondhand Lions» 2003 και άλλες.
Τέλος, αρκετά ικανοποιητικές είναι οι ερμηνείες των δύο γυναικών που υποδύονται τα δύο κεντρικά γυναικεία πρόσωπα της ταινίας, της Toni Collette και της Olivia Williams, που ερμηνεύουν τους ρόλους, της μητέρας του μικρού Cole, και της συζύγου του γιατρού Malcolm Crowe, αντίστοιχα.


Το «The Sixth Sense» κυκλοφόρησε στους κινηματογράφους στις 6 Αυγούστου 1999 και απέσπασε εξαιρετικά σχόλια και κριτικές.
Με προϋπολογισμό 40.000.000 δολάρια, οι συνολικές εισπράξεις της ταινίας στο αμερικανικό Box Office έφτασαν τα 293,5 εκατομμύρια δολάρια και στον υπόλοιπο κόσμο τα 379,3 εκατομμύρια, εισπράττοντας συνολικά 672,8 εκατομμύρια δολάρια. Υπήρξε η δεύτερη μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία τόσο στην Αμερική όσο και παγκοσμίως για το 1999, πίσω από το «Star Wars: Episode I - The Phantom Menace» της ίδιας χρονιάς.
Θεωρήθηκε ως ένα από τα πιο πετυχημένα θρίλερ της δεκαετίας και κατάφερε μάλιστα να αποσπάσει έξι υποψηφιότητες για Όσκαρ στις κατηγορίες Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Σεναρίου, Β' Ανδρικού Ρόλου (Haley Joel Osment), Β' Γυναικείου Ρόλου (Toni Collette) και Μοντάζ (Andrew Mondshein).
Επίσης η ταινία μεταξύ άλλων, ήταν υποψήφια για τρία Βραβεία BAFTA (Καλύτερης Ταινίας, Σεναρίου και Μοντάζ) και για δύο Χρυσές Σφαίρες (Σεναρίου και Β’ Ανδρικού Ρόλου για τον Haley Joel Osment).
Σήμερα «Η Έκτη Αίσθηση» θεωρείται ως ένα από τα καλύτερα θρίλερ μυστηρίου όλων των εποχών και ως η καλύτερη ταινία του Ινδού σκηνοθέτη, M. Night Shyamalan, που από τότε δεν κατάφερε να δημιουργήσει ξανά, κάτι το τόσο ιδιαίτερο.







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας σχετικά με αυτήν την ανάρτηση